Οι ΜΚΟ ως μετωνυμία: προπαγάνδα, αντιπληροφόρηση και κοινωνία των πολιτών
Η κατά το δυνατό πληρέστερη δημοσιογραφική κάλυψη του προσφυγικού προϋποθέτει τη στενή παρακολούθηση του έργου των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ανθρωπιστικών οργανώσεων. Είναι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που εκπροσωπούν νομικά τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, που γνωρίζουν από πρώτο χέρι τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους, τις δυσκολίες, τα προβλήματα και τις ανάγκες τους, όπως και τις μεθόδους που φέρνουν αποτέλεσμα. Είναι οι οργανώσεις που μπορούν να καταλάβουν τι σημαίνουν οι νομοθετικές αλλαγές και προς ποια κατεύθυνση κινούνται οι πολιτικές μετανάστευσης και ασύλου στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αποτελεί λοιπόν συστατικό στοιχείο της επαρκούς δημοσιογραφικής κάλυψης να ενημερώνει για τις ανακοινώσεις και τις αναλυτικές εκθέσεις των οργανώσεων, όπως και να αναδεικνύει σε στενή συνεργασία μαζί τους περιπτώσεις που χρειάζεται να αναδειχθούν, χωρίς βέβαια να παραβλέπει το τυχόν προβληματικό καθεστώς που διέπει τις οργανώσεις, ιδίως ως προς τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων που απασχολούνται σε καθεστώς συχνά ακραίας επισφάλειας.
Βλέπουμε τι συμβαίνει στην αντίθετη περίπτωση, όταν απουσιάζει από τη δημοσιογραφική κάλυψη ο λόγος της κοινωνίας των πολιτών, όπως συμβαίνει στην πλειονότητα των λεγόμενων συστημικών μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα: κάλυψη μονομερής, απομακρυσμένη από την πραγματικότητα, στη σφαίρα της προπαγάνδας. Στο πλαίσιο αυτό, το προσφυγικό και το μεταναστευτικό αποτελούν πρωτίστως ζήτημα ασφάλειας της χώρας υποδοχής και όχι ζήτημα μετακίνησης ανθρώπων προς μια ασφαλέστερη ζωή. Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες αποτελούν εξορισμού όχι υποκείμενα απαραβίαστων δικαιωμάτων αλλά φορείς μιας απειλής που προσδιορίζεται κάθε φορά με τα χαρακτηριστικά που εξυπηρετούν τη συγκυρία – εδαφικής, εθνικής, θρησκευτικής, πολιτισμικής, δημογραφικής, κοινωνικής, εργασιακής. Οι οργανώσεις γίνονται λοιπόν ένα είδος μετωνυμίας, αντιμετωπίζονται σαν να ήταν και οι ίδιες απειλή όπως οι πρόσφυγες και τους μετανάστες τους οποίους υπερασπίζονται, εξού και θεωρούνται εκ προοιμίου απειλή για τα εθνικά συμφέροντα, ένας εσωτερικός εχθρός που ανοίγει την κερκόπορτα.
Αυτή είναι η αντιμετώπιση που επιφυλάσσεται σήμερα στην Ελλάδα ιδίως στις πιο ενοχλητικές οργανώσεις, αυτές που δραστηριοποιούνται στα σύνορα και αποκαλύπτουν τις πιο συστημικές παραβιάσεις δικαιωμάτων εκ μέρους της κρατικής μηχανής, τις εγκληματικές, δολοφονικές συχνά, επιχειρήσεις επαναπροώθησης. Οι εν λόγω οργανώσεις παρουσιάζονται σαν το μακρύ χέρι του τουρκικού καθεστώτος ή των διακινητών με το αζημίωτο ή σαν να βαρύνονται με αντεθνική δράση που φτάνει μέχρι την κατασκοπεία.
Μ’αυτό τον τρόπο τα μέσα ενημέρωσης στρώνουν το χαλί για μια χωρίς προηγούμενο ποινικοποίηση της κοινωνίας των πολιτών, για τη διαπόμπευση οργανώσεων μέσω επιλεκτικής δημοσιοποίησης γενικόλογων εκθέσεων για τα οικονομικά τους από τις ελεγκτικές αρχές, για την ίδια την ΕΥΠ που στην έκθεση πεπραγμένων της για το 2022-2023 ανακηρύσσει την “παράνομη μετανάστευση” την τέταρτη απειλή για την ασφάλεια της χώρας, πριν το οργανωμένο έγκλημα και την κυβερνοασφάλεια, και επισημαίνει επί λέξει ότι «συνέβαλε καθοριστικά […] στην καταγραφή και αποτύπωση του αμφιλεγόμενου, έως και ποινικά κολάσιμου, ρόλου συγκεκριμένων μελών ΜΚΟ».
Σε αυτό το ασφυκτικό καθεστώς ενημέρωσης, η επαρκής δημοσιογραφική κάλυψη του προσφυγικού και του μεταναστευτικού αποτελεί ένα είδος αντιπληροφόρησης που επιχειρεί να σπάσει τη σιωπή που καλύπτει την πραγματικότητα της προσφυγιάς και της μετανάστευσης και τις πολιτικές που στρέφονται εναντίον των δικαιωμάτων. Οι δημοσιογράφοι που ασκούν σε ενοχλητικό βαθμό αυτή την αντιπληροφόρηση γίνονται συχνά και οι ίδιοι στόχος όχι μόνο από την εκτελεστική εξουσία, αλλά και από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης. Είναι γνωστές και εξόχως ανησυχητικές οι περιπτώσεις δημοσιογράφων που παρακολουθούνται από την ΕΥΠ επειδή καλύπτουν το προσφυγικό ή οι επιθέσεις κατά μέσων ενημέρωσης που προβαίνουν σε αποκαλύψεις για βίαιες επαναπροωθήσεις, ακόμα και οι προσωπικές επιθέσεις κατά δημοσιογράφων.
Η ελευθερία της κοινωνίας των πολιτών από κοινού με την ελευθερία του Τύπου είναι προϋπόθεση για την εξασφάλιση μιας πιο δίκαιης πολιτείας που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και αποτελεί δείκτη της ποιότητας της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου.
Δημήτρης Αγγελίδης, δημοσιογράφος, καλύπτει ζητήματα πολιτικών ασύλου και μετανάστευσης στην Εφημερίδα των Συντακτών