By m.vasilakis

Συνεργασία: η ισχύς εν τη ενώσει!

Αλεξάνδρα Γκαράνη – Συντονίστρια Common Ground

Συνεργασία: η ισχύς εν τη ενώσει, η δύναμη των πολλών, ενωμένες και άρα δυνατότερες φωνές, μεγαλύτερος αντίκτυπος, καλύτερα αποτελέσματα!

Είναι σαφές ότι οι συνεργασίες μεταξύ των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών (ΚτΠ), αλλά και μεταξύ οργανώσεων και λοιπών κοινωνικών και πολιτικών δρώντων δεν αποτελούν νέο. Αφού λοιπόν, συνεργασίες υπάρχουν και είναι και αποτελεσματικές, αφού κάθε οργάνωση μπορεί να σηκώσει το τηλέφωνο ή να στείλει μέιλ και να συνδεθεί με τους επιθυμητούς εταίρους προς την επίτευξη ενός κοινού σκοπού, σε τι προσβλέπει η ολοένα εντεινόμενη συζήτηση για την ανάγκη να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο και τον σκοπό δημιουργίας των δικτύων συνεργασίας μας; Τι περισσότερο μπορούμε να κάνουμε σαν οργανωμένη ΚτΠ και, γιατί τώρα; Η σύντομη απάντηση είναι: γιατί τώρα οι συνθήκες το απαιτούν αλλά και γιατί τώρα, οι συνθήκες είναι περισσότερο ώριμες από ποτέ.

Το δίχως άλλο, βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο. Οικονομική κρίση, πανδημία, κλιματική κρίση, προσφυγική κρίση, γεωπολιτική αβεβαιότητα, η λίστα φαίνεται να μην έχει τέλος. Οι ειδικές αυτές συνθήκες στις οποίες η ΚτΠ καλείται να λειτουργήσει και να παράξει έργο συνοδεύονται και από μία ηθική κρίση, αφού το πέπλο της δυσπιστίας έχει αποσυνδέσει σε ανησυχητικό βαθμό τις οργανώσεις από την καρδιά και την κινητήριο δύναμή τους, τους ίδιους τους πολίτες, μερίδα των οποίων αμφισβητούν τα κίνητρα και ακόμα και την ανάγκη ύπαρξης των οργανώσεων της ΚτΠ. Όμως παρά τις δυσκολίες ή ίσως και λόγω αυτών, η οργανωμένη ΚτΠ είναι εδώ, βγαίνει μπροστά με φωνή δυνατή, παρακινεί, εμπνέει και παράγει έργο σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες. Από τη δυστοπία γεννιέται η ελπίδα και βλέπουμε όλο και περισσότερο φως μέσα από διαφορετικές και καινοτόμες προσεγγίσεις, επαναπροσδιορισμένες προτεραιότητες, νέο τρόπο σκέψης και δράσης[1].

Οι συνεργασίες μεταξύ των οργανώσεων της ΚτΠ, αλλά και ανάμεσα σε οργανώσεις και δίκτυα, συνδέσμους, ομάδες, κινήματα και παραδοσιακούς θεσμούς (τοπική αυτοδιοίκηση, σωματεία εργαζομένων, συνδικαλιστικές οργανώσεις, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κλπ), ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς φορείς ή και επιχειρήσεις υπήρχαν, υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Συνήθως οι συνεργασίες αυτές είναι κάθετες και τομεακές. Αυτή η προσέγγιση, αν και δοκιμασμένη, αναγκαία και αποτελεσματική, δεν απαντά σε όλο το εύρος των σημερινών προκλήσεων τις οποίες η ΚτΠ καλείται να αντιμετωπίσει και στην επίλυση των οποίων καλείται να συμβάλει.

Τώρα μπορούμε και πρέπει να δουλέψουμε μαζί προς την ενισχυση της δημιουργίας δικτύων οριζόντιας συνεργασίας και τον πολλαπλασιασμό των στρατηγικών, διατομεακών και «από τη βάση προς τα πάνω» συνεργασιών, σε απάντηση των συνεχόμενων κρίσεων των τελευταίων ετών αλλά και των επιστημονικών δεδομένων που μας αποδεικνύουν συνεχώς ότι όλα συνδέονται. Με δεδομένα τον πλούτο της επιστημονικής γνώσης που έχουμε κατακτήσει αλλά και τις αλλεπάλληλες και πολυεπίπεδες εθνικές, περιφερειακές και παγκόσμιες κρίσεις, πώς μπορούμε, για παράδειγμα, να προτείνουμε λύσεις για την υγεία χωρίς να αναδεικνύουμε τις στρατηγικές συνδέσεις με τα ανθρώπινα δικαιώματα, το περιβάλλον και την κλιματική κρίση;

Είναι ανάγκη να προσεγγίσουμε τα θέματα που μας αφορούν με τρόπο ολιστικό προκειμένου να κατανοήσουμε και να ανταποκριθούμε στις ανάγκες της κοινωνίας. Γιατί τώρα, περισσότερο από ποτέ, γίνεται πιο εύκολα αντιληπτό ότι τα φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα, από την προστασία των ευάλωτων πληθυσμών, την υγεία, το αγροδιατροφικό μέχρι την αστεγία, το προσφυγικό και την κλιματική κρίση είναι διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος και η αποτελεσματική αντιμετώπισή τους  απαιτεί συντονισμένη και πολυεπίπεδη δράση.

Ας μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία. Ευκαιρία να μάθουμε μαζί. Να δουλέψουμε μαζί, ο καθένας από τον τομέα της ειδικότητάς του, να προτείνουμε ολοκληρωμένες λύσεις, να βγούμε από τη ζώνη άνεσής μας, να μοιραστούμε και τις πιο τολμηρές μας ιδέες, να χαρτογραφήσουμε πιθανούς συμμάχους από όλο το φάσμα της κοινωνίας, να επιδιώξουμε και να δημιουργήσουμε νέες, ασυνήθιστες και αντισυμβατικές ακόμα[2], συμμαχίες και δίκτυα, να προσδιορίσουμε και να αναδείξουμε στρατηγικά τη σημασία κάθε συλλογικής και συμπεριληπτικής παρέμβασης, να αγγίξουμε περισσότερους ανθρώπους και να άρουμε τη δυσπιστία και τον σκεπτικισμό των πολιτών απέναντι στην οργανωμένη ΚτΠ. Ευκαιρία, τέλος, για ενδυνάμωση και ανάδειξη του τεράστιου έργου των «μικρών» και «μεσαίων» οργανώσεων, που αποτελούν την πλειοψηφία και την παλλόμενη καρδιά του οικοσυστήματος των ΟΚοιΠ.

Πώς προχωράμε; Με παρατήρηση-εκπαίδευση-δοκιμή-επανάληψη. Δεν θα ευοδώσουν όλες οι συνεργασίες, δεν θα πετύχουν όλα τα πειράματα. Αλλά κάθε προσπάθεια θα μας φέρει ένα βήμα πιο κοντά. Αναγνωρίζουμε, μελετάμε, κατανοούμε τη νέα πραγματικότητα και δημιουργούμε τον χώρο και τις συνθήκες για δοκιμή και αποτυχία. Αυτό, σε ένα οικοσύστημα με μονάδες που παλεύουν για επιβίωση, φαντάζει ριψοκίνδυνο εγχείρημα. Γι’ αυτό πρέπει να συνοδεύεται από αλλαγή στις συνήθειες αλλά και στη νοοτροπία, όχι μόνο των οργανώσεων αλλά και των χρηματοδοτών των δράσεων τους. Είναι μία μεγάλη και ενδιαφέρουσα συζήτηση που πρέπει να ανοίξει και αφορά στην ενδυνάμωση της ΚτΠ μέσα από την χρηματοδοτική στήριξη διατομεακών και διαθεματικών συνεργατικών πρωτοβουλιών και δικτύων, πολύ σημαντικό στοιχείο της οποίας είναι η στήριξη του έργου των μικρών και μεσαίων οργανώσεων.

Οι διατομεακές, στρατηγικές συνεργασίες θα λειτουργήσουν ως πολλαπλασιαστής ισχύος της ΚτΠ. Και όσο πιο δυνατά ακουστεί η κοινή μας φωνή, τόσο μεγαλύτερος θα είναι ο κοινωνικός και πολιτικός αντίκτυπος της δράσης μας.

[1]Παραδείγματα θετικής αλλαγής στον τρόπο συνεργασιών είναι, μεταξύ άλλων: η συμμαχία για το κλίμα (αποτελεί από τις πρώτες προσπάθειες διαθεματικής συμμαχίας για τον συντονισμό δράσεων για την κλιματική κρίση), η ομάδα εργασίας για το νομοσχέδιο της ΚτΠ και για τον εθελοντισμό (η φύση του κοινού στόχου ήταν τέτοια που ευνόησε τη διαθεματική συνεργασία, η οποία εξελίχθηκε σε θετικό παράδειγμα συμμετοχικότητας, ταχύτητας και αποτελεσματικότητας), συμμαχία για την πράσινη και δίκαιη ανάκαμψη (με αφορμή το σχέδιο ανάκαμψης και ένα υπόμνημα που υπέγραψαν 80+ οργανώσεις, η πολυσυλλεκτική ομάδα εργασίας της συμμαχίας σχεδιάζει διατομεακές στρατηγικές παρεμβάσεις σε θέματα ανάκαμψης, περιβάλλοντος και προστασίας ευάλωτων πληθυσμών).
[2]Ένα πολύ ενδιαφέρον παράδειγμα διατομεακής συνεργασίας με “ασυνήθιστες” ή αντισυμβατικές συμμαχίες έρχεται από τις Φιλιππίνες, όπου μία grassroots οργάνωση μικροκαλλιεργητών συνεργάστηκε με επιστήμονες, άλλες ΟΚοιΠ και την καθολική εκκλησία (να ο ασυνήθιστος σύμμαχος!) και οργάνωσαν ένα πολυκεντρικό δίκτυο που οργανώνει, εδώ και 30 χρόνια, δράσεις επισιτιστικής αυτάρκειας.
Για περισσότερα βλ. Heckelman, A, Chappell, MJ, Wittman, H. 2022. A polycentric food sovereignty approach to climate resilience in the Philippines.

 

By m.vasilakis

Προωθώντας Συνέργειες για την Τεκμηρίωση και Αντιμετώπιση της Ρατσιστικής Βίας

Γαρυφαλλιά Αναστασοπούλου Βοηθός Συντονίστρια – Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας

Για να κατανοήσει κανείς την ταυτοτική διάσταση του Δικτύου Καταγραφής Προστατικών Ρατσιστικής Βίας καλείται να επιστρέψει στη χρονική βάση της δημιουργίας του και να αναδομήσει τις συνθήκες που επικρατούσαν το 2011 αναφορικά με το φαινόμενο μίας από τις πιο επαχθείς εκφάνσεις του ρατσισμού, αυτής της ρατσιστικής βίας. Πρόκειται για μία ευρύτερη περίοδο που διαπιστώνεται ηραγδαία αύξηση της ξενοφοβίας και της ρατσιστικής βίας, άρρηκτα συνδεδεμένη με τη δράση της Χρυσής Αυγής. Παράλληλα, πρόκειται για μία περίοδο που η απουσία επίσημου και αποτελεσματικού συστήματος καταγραφής των ρατσιστικών εγκλημάτων και υποστήριξης των θυμάτων οδηγούσε τόσο στην εμπέδωση ενός πλαισίου ατιμωρησίας για τους θύτες όσο και στην αύξηση της ανασφάλειας για τα θύματααλλά και τις κοινότητές τους. Άλλωστε, το ρατσιστικό έγκλημα στον πυρήνα του είναι ένα έγκλημα που διαπράττεται με στόχο να σταλεί ένα μήνυμα εκφοβισμού όχι μόνο στα θύματα αλλά και σε κάθε άλλο άτομο που μοιράζεται – ή νομίζει ο θύτης ότι μοιράζεται – τα ίδια χαρακτηριστικά με τα θύματα. Όταν, λοιπόν, διαπράττεται ένα ρατσιστικό έγκλημα οι διαλυτικές επιπτώσεις της βίας δεν σταματούν στο θύμα αλλά επεκτείνονται στην κοινότητα στην οποία ανήκει.

Με βάσει τις συγκεκριμένες συνθήκες, οι φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών κλήθηκαν την εν λόγω περίοδο, ουσιαστικά να τεκμηριώσουν την τάση την οποία κατέγραφαν ήδη άτυπα, όταν τα θύματα των ρατσιστικών επιθέσεων προσέρχονταν στις υπηρεσίες τους για υποστήριξη. Μπροστά, λοιπόν, στην ανάγκη διασύνδεσης των εν λόγω φορέωνη Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες προώθησαν την πρωτοβουλία για τη δημιουργία του Δικτύου ώστε να καταγράφουν, επισήμως και ενιαία, το φαινόμενο προκειμένου να καταφέρουν να το αναδείξουν. Στην πρόσκληση ανταποκρίθηκαν φορείς οι οποίοι προσέφεραν και προσφέρουν ιατρικές, κοινωνικές, νομικές υπηρεσίες ή/και έρχονται σε άμεση επαφή με τα θύματα ρατσιστικής βίας ή θύματα άλλων βίαιων επιθέσεων που υποκινούνται από μίσος ή προκαταλήψεις και τέλος, οργανώσεις που έχουν δημιουργηθεί από τις ίδιες τις ομάδες που συνήθως γίνονται στόχος ρατσιστικής βίας. Ανάλογη ανταπόκριση υπήρξε και από το Συνήγορο του Πολίτη τότε έκτοτε συμμετέχει ως παρατηρητής, όπως επίσης και το Συμβούλιο Ένταξης Μεταναστών του Δήμου Αθηναίων.

Το συγκεκριμένο εγχείρημα είχε εξαρχής μία βασική μεθοδολογική πρόκληση: πώς να συλλεχθούν στοιχεία για ουσιαστικά αξιόποινες πράξεις με τρόπο αξιόπιστο ώστε να επιτρέπει την περαιτέρω στατιστική τους ανάλυση αλλά και τη διεξαγωγή ασφαλών και αξιόπιστων συμπερασμάτων, σε έναπλαίσιο επιδίωξης της αποδοχής του φαινομένου από τις αρμόδιες αρχές. Η απάντηση στη συγκεκριμένη πρόκληση ήταν η υιοθέτηση από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς μιας κοινής αλλά και αυστηρής μεθοδολογικής προσέγγισης, της καταγραφής των περιστατικών ρατσιστικής βίας σε μία ενιαία φόρμα και αποκλειστικά με βάση τη σχετική μαρτυρία των θυμάτων. Για τη θωράκιση δε της διαδικασίας, οι φορείς που συμμετείχαν και συμμετέχουν στο Δίκτυο δεσμεύονται στην αναγνώριση των περιστατικών ρατσιστικής βίας με βάση έναν κοινό ορισμό, ενώ η ομοιογένεια στη διαδικασία συλλογής στοιχείων επιτυγχάνεται μέσα από την εκπαίδευση όλων των ατόμων που αναλαμβάνουν να καταγράψουν τα περιστατικά. Για την προστασία, δε, του θύματος, οι καταγραφές είναι ανώνυμες και στον αντίποδα της ανωνυμίας του θύματος παρατίθενται τόσο τα στοιχεία του ατόμου που καταγράφει όσο και του φορέα-μέλους του Δικτύου εκ μέρους του οποίου καταγράφει. Οι φόρμες καταγραφής συλλέγονται προκειμένου να γίνει η σχετική τους επεξεργασία και να εξαχθούν τα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία του εκάστοτε έτους, που δημοσιεύονται στην ετήσια έκθεση του Δικτύου. Στόχος, η κατανόηση του προφίλ το θυμάτων αλλά των δραστών (ανάλυση των λόγων στοχοποίησης, παρακολούθηση της πρόσβασης στην καταγγελία με βάση το νομικό καθεστώς των θυμάτων, ύπαρξη οργανωμένης ρατσιστικής βίας, η διασύνδεση της αστυνομικής βίας με το ρατσιστικό κίνητρο), η ποσοτική και ποιοτική ανάλυση των περιστατικών με βάση τη χρονική τους διάσταση, τη γεωγραφική τους διασπορά αλλά και τη σύνδεση τους με το χώρο τέλεσης, καθώς και η παρακολούθηση της ανταπόκρισης των αρχών τόσο ως προς τα εν λόγω περιστατικά όσο και ως προς την ευρύτερη δέσμευση τους για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Η ανάλογη διάγνωση αναγκών που πραγματοποιείται από την ανάλυση των περιστατικών αποτελεί τη βάση για την παροχή εξειδικευμένων συστάσεων προς τις αρμόδιες αρχές, ενώ η ίδια η έκθεση, μεταξύ άλλων, αποτελεί βάση τόσο για τη συμμετοχή του Δικτύου σε σχετικές διαδικασίες αξιολόγησης της χώρας, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, όσο καιγια την ενίσχυση των δράσεων συνηγορίας του ίδιου του Δικτύου καθώς και των μελών και συντονιστών του,δημιουργώντας έτσι μία σταθερή και αποτελεσματική διασύνδεση της εμπειρίας του πεδίου με το πλαίσιο της συνηγορίας.

Σήμερα το Δίκτυο αποτελείται από πενήντα ένα(51) φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών. Στα πάνω από δέκα χρόνια λειτουργίας του, τα μέλη του Δικτύου έχουν καταγράψει περισσότερα από χίλια διακόσια (1.200) περιστατικά, ενώ μέσα από τις υπηρεσίες τους πολλά από τα θύματα βρήκαν πρόσβαση σε πλαίσιο προστασίας και υποστήριξης. Όπως προαναφέρθηκε, για την ίδρυση του Δικτύου το 2011, καθοριστικός παράγοντας ήταν σε μεγάλο βαθμό η απόφαση εκπροσώπων των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των κοινοτήτων των θυμάτων που πλήττονταν από την οργανωμένη δράση της Χρυσής Αυγής, να ανταποκριθούν άμεσα και συντονισμένα. Σε αυτό το πλαίσιο, τον Οκτώβρη του 2020, χαιρετίσαμε την καταδίκη της Χρυσής Αυγής. Ωστόσο, η καταγραφή σχετικών περιστατικών από το Δίκτυο και άρα η ύπαρξη του Δικτύου συνεχίζει να κρίνεται απαραίτητη. Αυτό άλλωστε καταμαρτυρεί ο αριθμός αλλά και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των περιστατικών που καταγράφει κάθε χρόνο το Δίκτυο, ακόμα και αν είναι κοινή μας αντίληψη πως αποτελούν απλώς την «κορυφή του παγόβουνου». Συνεχίζουν, ωστόσο,να δίνουν φωνή στα θύματα, μέσα από ένα πλαίσιο προστασίας και υποστήριξης. Συνεχίζουν να αποτυπώνουν μια σαφή εικόνα των ποσοτικών και ποιοτικών τάσεων της ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα.

 

By m.vasilakis

Το Advocacy Working Group

Μελίνα Σπαθάρη – υπεύθυνη συνηγορίας (advocacy) ευάλωτων ομάδων, Τerre des Hommes Hellas

Τον Νοέμβριο του 2017 ανέλαβα τη θέση της υπεύθυνης συνηγορίας ευάλωτων ομάδων στην οργάνωση παιδικής προστασίας Terre des hommes Hellas (Γη των ανθρώπων/ Tdh). Με δύο χρόνια να είχαν τότε ήδη κυλήσει από την αποκαλούμενη ως «κρίση στο προσφυγικό» το ’15, (στην πραγματικότητα: κρίση στο σύστημα υποδοχής και προστασίας), τα προβλήματα που έπλητταν τους ευάλωτους νεοαφιχθέντες, πολύ πέρα από το να θεωρούνται διευθετημένα, επέμεναν σε όλα τα μέτωπα. Είθισται να λοιδωρούνται οι Έλληνες ότι είμαστε ανταγωνιστικοί, ότι δεν είμαστε μαθημένοι στις συμπράξεις και στην αλληλοϋποστήριξη τουλάχιστον έξω από τα όρια της «ιερής» οικογένειας. Γι’αυτό η πρόσκληση που έλαβα ήδη την πρώτη βδομάδα της ανάληψης των νέων μου καθηκόντων, για μια συνάντηση της «Άτυπης ομάδας εργασίας Advocacy» διεθνών και ντόπιων οργανώσεων που δραστηριοποιούνταν στο προσφυγικό στην Ελλάδα, και μάλιστα η συμμετοχή σ’ αυτή, μου προκάλεσε έντονη έκπληξη και ικανοποίηση. Επρόκειτο για μια ομάδα από 15 περίπου «ομολόγων» μου, που συγκαλούνταν κάθε δεύτερη εβδομάδα για δύο ώρες, χωρίς καταστατικό, χωρίς εξάρτηση ή δεσμούς με κάποιο οργανισμό ή αρχή, για να καταγράψει τα ζητήματα που έπλητταν τους μετανάστες, τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο στα hotspotsστα νησιά και στα καμπ της ενδοχώρας, και να αποφασίσει κοινές δράσεις, κυρίως για τη βελτίωση του συστήματος υποδοχής και της ένταξης. Ανάμεσα στις οργανώσεις με τακτική παρουσία και ενεργό συμμετοχή, η IRC, το Solidarity Now, το Δανικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, το Human Rights Watch, η ActionAid..

Πολλές τέτοιες ομάδες έχουν συσταθεί για να αντιμετωπίσουν τη μια ή άλλη κρίση στη χώρα μας και αλλού. Λίγες ωστόσο άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου, στις συχνές αλλαγές του προσωπικού των φορέων που τις απαρτίζουν, στα συναισθήματα απογοήτευσης και ματαιότητας που προκαλεί κατά κανόνα η αδράνεια ή η απροθυμία των αρχών να ανταποκριθούν στα δίκαια κελεύσματα επιτρέποντας έστω και ελάχιστες βελτιώσεις στα συστήματα που διέπουν τις ζωές των ευάλωτων. Αυτή η ομάδα, όμως, όχι μόνο άντεξε, αλλά στο πέρασμα του χρόνου είδε τα μέλη της να αυξάνονται (έχουν πλέον ξεπεράσει τα 30), είδε τις στρατηγικές και τις εργασίες της να αποκτούν πιο στέρεη και ώριμη βάσηκαι τον αντίκτυπό της να μεγαλώνει. Απέκτησε υποομάδες, όπως αυτή για την Ένταξη, για το Άσυλο, για την Εκπαίδευση, λάνσαρε καμπάνιες, συνέταξε και συνυπέγραψε ανοιχτές επιστολές, στοχευμένες «κλειστές» επιστολές, ανακοινώσεις τύπου, αναφορές, εκθέσεις, συγκάλεσε συσκέψεις, οργάνωσε συνεντεύξεις τύπου, έστειλε εκπροσώπους της να αναμετρηθούν με υπουργούς και γενικούς γραμματείς, εντόπισε «συμμάχους» εκτός των συνόρων και άσκησε πίεση έξωθεν (μέσω των ξένων τμημάτων της) και άνωθεν (στην ηγεσία της Ευρώπης).

Ανάμεσα στις δράσεις της με το μεγαλύτερο αντίκτυπο, η απόφαση του Πρωθυπουργού τον χειμώνα του 2017 να «ανοίξει» -εν όψει του ψύχους- τα αποκλεισμένα -βάσει απάνθρωπων συμφωνιών- νησιά προκειμένου να αποσυμφορηθούν τα κολαστήρια όπου στοιβάζονταν άνθρωποι και να διενεργηθεί η μεταφορά αυτών σε ασφαλέστερες συνθήκες στην ενδοχώρα (καμπάνια #opentheislands), η κοινή της έκθεση-«χάρτης» με συστάσεις για την ομαλή μετάβαση του προσφυγικού από την κατάσταση του «επείγοντος»η οποία αναπαρήχθηκε ευρέως και αποτέλεσε κείμενο αναφοράς, η σύμπραξη οργανώσεων για τη διοργάνωση μιας στρογγυλής τράπεζας κεκλεισμένων των θυρών με θέμα την παιδική προστασία η οποία έφερε για πρώτη φορά αντιμέτωπους, εφ’ όλης της ύλης, όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, η πρόσφατη έκθεση της με τίτλο «For a Europe that Truly Protects”που εξετάζει τις πλέον ανησυχητικές πτυχές του Νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση, το πακέτο δράσεων για την πρόσβαση των παιδιών προσφύγων στο σχολείο, με τις οποίες κινητοποιήθηκαν φορείς όπως ο Συνήγορος του Πολίτη και η UNICEF και συνέβαλαν στο να αποσοβηθεί σε μεγάλο βαθμό η κρίση για φέτος. Αλλά ίσως η πλέον πετυχημένησυνέργεια των οργανώσεών μας να ήταν εκείνη που έλαβε χώρα το Μάρτη του ’20, την παραμονή του ξεσπάσματος της επιδημίας Covid19 στη χώρα μας, όταν απευθύναμε στην ηγεσία της χώρας μας ανοιχτή επιστολή με την οποία εκφράζαμε βαθιά ανησυχία για τα τεκταινόμενα στα σύνορά μας στον Έβρο και τα νησιά με την πολιτική εργαλειοποίηση και τη θυματοποίηση ανθρώπων που είχαν παγιδευτεί στα σύνορα της Ευρώπης καθώς και τον τον τρόπο με τον οποίο οι Αρχές της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαχειρίζονταν τις νέες αφίξεις, τις ακραίες συμπεριφορές που παρατηρούνταν εκείνο διάστημα από τα σώματα ασφαλείας εναντίον των προσφύγων και από πολίτες εναντίον στελεχών των ανθρωπιστικών οργανώσεων. Η κοινή επιστολή ξεπέρασε κάθε προηγούμενο σε υποστήριξη, και συγκέντρωσε περισσότερες από 250 υπογραφές από όλη την Ευρώπη! Και θα μπορούσε κανείς να πει ότι η απόφαση της κυβέρνησης να ανακαλέσει -μέσα σε ένα μήνα- την επίμαχη -και παράνομη- Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, σύμφωνα με την οποία ανεστείλετο η υποβολή αιτήσεων χορήγησης ασύλου όσων εισέρχονταν εκείνο το μήνα στη χώρα και προβλεπόταν η επιστροφή τους, χωρίς καταγραφή, στη χώρα καταγωγής ή διέλευσης, ήταν άσχετη με την πίεση που εξασκούσαν οι οργανώσεις μας… Άλλωστε πολύ σπάνια μπορείς να «μετρήσεις» και να αποτιμήσεις τον αντίκτυπο των δράσεων συνηγορίας.

Ωστόσο, όποια κι αν ήταν η ερμηνεία, κανείς δεν μπορεί να αναιρέσει το γεγονός ότι πετύχαμε να προφέρουμε ένα ομόφωνο, συγκροτημένο «όχι» στο τέλος της νομιμότητας και της ανθρωπιάς, να προβάλουμε το αντίπαλο δέος της κοινωνίας των πολιτών απέναντι σε μια ηγεσία που ολοένα και περισσότερο συρρικνώνει μεθοδευμένα την ύπαρξή της. Στόχος της ομάδας μας για τη νέα χρονιά, να αυξήσουμε τον αντίκτυπο της δράσης μας κάνοντας τη συμμετοχή μας πιο ουσιαστική και αποτελεσματική.

1 3 4 5